Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2019

Μη Βίαιη Επικοινωνία

     
    
     Η μη βίαιη επικοινωνία είναι μια μέθοδος επικοινωνίας, που αναπτύχθηκε από τον Αμερικανό ψυχολόγο Marshall Rosenberg, ακολουθώντας τις αρχές της προσωποκεντρικής προσέγγισης του πρωτοπόρου ψυχολόγου Carl Rogers.

    H γλώσσα της καρδιάς, μας βοηθά να αντιληφθούμε, να εντοπίσουμε και να μεταβολίσουμε τη βία που χαρακτηρίζει τις σχέσεις μας με τους άλλους και με τον εαυτό μας.
    Η ενοχή, η ντροπή, ο φόβος αποτελούν τα καθημερινά εργαλεία με τα οποία χειραγωγούμε τον εαυτό μας και τους άλλους και χτίζουμε ένα τεράστιο παγόβουνο βίας μέσα στις καρδιές μας, κορυφή του οποίου είναι η λεκτική και η φυσική βία που βιώνουμε καθημερινά.
  
   Η γλώσσα με την οποία επικοινωνούμε με τους συνανθρώπους μας και συνθέτουμε τους εσωτερικούς μας διαλόγους αποτελεί το κύριο μέσο με το οποίο κάνουμε τη ζωή μας έναν εξαντλητικό αγώνα κυριαρχίας για το “Ποιος έχει δίκιο”, αντί να απολαμβάνουμε την αμοιβαία προσφορά και τη συμπόνια.
    

    Ακολουθεί μια συλλογική προσπάθεια με αποσπάσματα από τα βιβλία του Rosenberg:
“Nonviolent Communication: A language of life”, “Nonviolent Communication: Companion workbook” και“Speak Peace in a world of conflict”.
  
NONVIOLENT COMMUNICATION.pdf

 

Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2016

Λιούις Μάμφορντ, Τέχνη και Τεχνική

 από το βιβλίο "Τέχνη και Τεχνική", εκδόσεις Νησίδες




     Από το πώς χρησιμοποιώ τους όρους τέχνη και τεχνική, μάλλον θα καταλάβατε εν μέρει πώς τους ορίζω· επιτρέψτε μου, όμως, να διασαφηνίσω ακόμα περισσότερο τον ορισμό τους.
  "Τεχνική" είναι μια λέξη που μόλις τελευταία χρησιμοποιήθηκε στην αγγλική· υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που προσπαθούν να την εκγαλλίσουν, να την κάνουν "techniques" και να της δώσουν έτσι μια τελείως διαφορετική σημασία. Συνήθως χρησιμοποιού­με την λέξη τεχνολογία, για να περιγράψουμε τόσο το πεδίο των πρακτικών τεχνών όσο και τη συστηματική μελέτη των διεργα­σιών και των προϊόντων τους. Για λίγους σαφήνειας, προτιμώ να χρησιμοποιήσω μόνο τη λέξη "τεχνική" για να περιγράψω το καθαυτό πεδίο, το μέρος εκείνο της ανθρώπινης δραστηριό­τητας στο οποίο, με μιαν ενεργητική διοργάνωση της εργασια­κής διαδικασίας, ο άνθρωπος ελέγχει και κατευθύνει τις φυσικές δυνάμεις για να πετύχουν τους σκοπούς του.
 
     Η τεχνική εμφανίστηκε όταν ο άνθρωπος πρωτοχρησιμο­ποίησε τα δάχτυλά του για λαβίδες ή μια πέτρα για βλήμα: ό­πως η τέχνη, είναι και η τεχνική ριζωμένη στην χρησιμοποίηση του σώματός του από τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος, όμως, εξακολούθησε να αναπτύσσει τις τεχνικές του δεξιότητες αργά, σπα­σμωδικά, μόνο σπάνια σε ταχύτατες εκτινάξεις όπως εκείνες που έκαμε κατά τον προηγούμενον αιώνα· έτσι, έχει τώρα επεκτείνει το εύρος και έχει μεγαλώσει την ισχύ πολλών οργανικών δεξιο­τήτων του: μπορεί να σκοτώσει από απόσταση τεσσεράμιση χιλιάδων μέτρων και να κουβεντιάσει από απόσταση τεσσεράμι­ση χιλιάδων χιλιομέτρων- και σε ορισμένους περίπλοκους μαθη­ματικούς υπολογισμούς μπορεί, με την βοήθεια ενός ηλεκτρονι­κού εγκεφάλου, να εκτελέσει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα αριθμη­τικές πράξεις, που αλλιώς θα του έπαιρναν μιαν ολόκληρη ζωή κοπιαστικών προσπαθειών. Όλες αυτές οι μεγεθυμένες ανθρώπι­νες δυνάμεις είναι το αποτέλεσμα ανθρώπινων πόθων, ανθρώπι­νων επινοήσεων, ανθρώπινων προσπαθειών. Όσο θαυμαστά αυτόματη και αν φαίνεται η μηχανή, υπάρχει πάντα ένας άν­θρωπος κρυμμένος πίσω της, που την ρυθμίζει, την διορθώνει, την φροντίζει· και η ίδια η μηχανή είναι μισή δούλος και μισή θεός.Θα μπορούσατε πράγματι να ονομάσετε την μηχανή το­τεμικό ζώο του νεοτερικού ανθρώπου.

 
     H τέχνη, αν της δώσουμε τη μοναδική έννοια, με την οποία μπορούμε να την ξεχωρίσουμε απ' την τεχνική, είναι κατά κύριο λόγο το πεδίο του ανθρώπινου προσώπου · και ο σκοπός της τέχνης, έκτος από διάφορες παρεμπίπτουσες τεχνικές λειτουργίες που ενδέχεται να συνδέονται μ' αυτήν, είναι να διευ­ρύνει το πεδίο της προσωπικότητας, έτσι ώστε αισθήματα, συ­ναισθήματα, ψυχικές διαθέσεις και αξίες, στην ιδιαίτερη εξατομικευμένη μορφή με την οποία συναντώνται σ' ένα επί μέρους πρόσωπο, σε μιαν επιμέρους κουλτούρα, να μπορούν να μεταβιβάζονται με όλη τους την δύναμη και με όλο τους το νόημα σε άλλα πρόσωπα ή σε άλλες κουλτούρες. Οι χαρακτηριστικοί τρόποι της τέχνης είναι η συμπάθεια και η συναισθηματική κατανόηση: να αισθάνεσαι μαζί, να αισθάνεσαι τον άλλον, τα πιο μύχια βιώματα των άλλων ανθρώπων. Το έργο τέχνης είναι το ορατό σιντριβάνι πόσιμου νερού, με το οποίο οι άνθρωποι μοιράζονται τις βαθιά κρυμμένες πηγές της εμπειρίας τους. Η τέχνη προέρχεται από την ανάγκη του ανθρώπου να δημιουργήσει για λογαριασμό του, πέρα απ' όλες τις απαιτήσεις της απλώς ζωικής επιβίωσης, έναν κόσμο γεμάτον νόημα και αξία: από την ανάγκη του να στοχαστεί, να ενισχύσει και να προβάλει σε πιο μόνιμες μορφές εκείνα τα πολύτιμα κομμάτια της εμπειρίας του, που αλλιώς θα του ξέφευγαν υπερβολικά γρήγορα ή θα βούλιαζαν υπερβολικά βαθιά στο ασυνείδητό του και θα ήταν αδύνατον ν' ανακτηθούν.
 
     Εξ αιτίας της προέλευσης και της επιδίωξής τους, τα νοήμα­τα της τέχνης είναι διαφορετικής τάξεως από τα διεργασιακά νοήματα της επιστήμης και της τεχνικής: συνδέονται, όχι με εξωτερικά μέσα και επιπτώσεις, αλλά με εσωτερικούς μετασχηματισμούς, και αν το έργο τέχνης δεν επιφέρει αυτούς τους εσω­τερικούς μετασχηματισμούς, είναι είτε προχειροφτιαγμένο είτε νεκρό. Οι τεχνικές επινοήσεις του ανθρώπου έχουν το παράλλη­λό τους σε οργανικές δραστηριότητες, τις οποίες εμφανίζουν και άλλα ζωντανά πλάσματα: οι μέλισσες χτίζουν κυψέλες σύμφωνα με τις βασικές αρχές της κατασκευαστικής μηχανικής, το η­λεκτροφόρο χέλι μπορεί να παραγάγει ηλεκτρικοός σπινθήρες υ­ψηλής τάσης, η νυχτερίδα ανέπτυξε την δική της μορφή ραντάρ για νυχτερινές πτήσεις πολό νωρίτερα απ' τον άνθρωπο. Οι τέ­χνες, όμως, αντιπροσωπεύουν μιαν ειδικά ανθρώπινη ανάγκη και βασίζονται σ' ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα, που έχει μόνον άνθρωπος: στην ικανότητα για συμβολισμό. Σε αντιδιαστολή προς τα ζώα, ο άνθρωπος δεν μπορεί απλώς ν' ανταποκρίνεται σε ορατά ή ακουστά σήματα· έχει, επί πλέον, την ικανότητα να κάνει αφαίρεση και αναπαράσταση μερών του περιβάλλοντός του, μερών της εμπειρίας του, μερών του εαυτού του, με την διαχωρίσιμη και διαρκή μορφή των συμβόλων. Με τους ήχους, που βγαίνουν απ' το στόμα του στο ψέλλισμα του παιδιού, με τις εικόνες που τον στοιχειώνουν, διαχωρισμένες από τον εξωτερικό κόσμο, νύχτα και μέρα, τέλος, με πολλά άλλα διαφορετικά είδη ήχων, εικόνων, μορφών και δομών, ο άνθρωπος βρήκε τα μέσα να εσωτερικεύσει τον εξωτερικό κόσμο και να εξωτερικεύσει τον εσωτερικό του κόσμο. Πολύ πριν ο άνθρωπος επιτύχει την οποιαδήποτε αιτιακή διαίσθηση ή ορθολογική τάξη, πολύ πριν συλλάβει την λειτουργία των απρόσωπων δυνάμεων, είχε ανα­πτύξει, με τις τέχνες, ένα ιδιαίτερο μέσον, για να διαιωνίζει, ν' αναθυμάται και να μοιράζεται με άλλους την ουσιαστική πείρα τής ζωής του. Και σήμερα ακόμα, δεν είναι πιθανόν χωρίς σημα­σία το γεγονός ότι ένα νήπιο αναπτύσσει αναγνωρίσιμες χειρονο­μίες και αρχίζει να ψελλίζει και να χρησιμοποιεί ερμηνεύσιμους ήχους-λέξεις συνήθως πριν αρχίσει ν' αρκουδίζει ή να βαδίζει: η λειτουργία της επικοινωνίας προηγείται από την λειτουργία της εργασίας και έχει απείρως μεγαλύτερη σημασία για την ανάπτυ­ξη της ανθρώπινης κοινωνίας.
 
     Η σπουδαιότερη από τις συμβολικές λειτουργίες του ανθρώ­που είναι φυσικά η ομιλία· αλλά η ομιλία, όπως επισήμανε ο δα­νός φιλόλογος Ότο Γιέσπερσεν, ήταν πιθανόν μια πηγή συναι­σθηματικής συνεννόησης πολύ πριν γ(vει χρήσιμο όργανο πρακτι­κής επικοινωνίας. Με τον τόνο και τον ρυθμό, με τις ποιητικές και μουσικές ιδιότητες, οι λέξεις έγιναν ένας ιδιαίτερος δεσμός ανάμεσα σε μάνα και σε παιδί, ή ανάμεσα σε εραστές, που είχαν ανάγκη να δώσουν και μιαν επί πλέον διέξοδο στην μαγεία και την έκσταση τους. Ό,τι κι αν ήταν ο πρωτόγονος άνθρωπος, οπωσδήποτε δεν ήταν οπαδός του λογικού θετικισμού. Ουσιαστι­κά, οι συμβολικές λειτουργίες αρχίζουν σαν εκφράσεις εσωτερι­κών καταστάσεων, σαν εξωτερίκευση και προέκταση ψυχικών διαθέσεων και πόθων, μερικές φορές σαν απόκριση σε εσωτερικές παροτρύνσεις, μερικές φορές σαν απόκριση στον εξωτερικό κόσμο και τους κατοίκους του. Με τον άθλο της συμβολικής αναπαράστασης, ο άνθρωπος απελευθερώθηκε από τις πιεστικές υποδεί­ξεις του άμεσου περιβάλλοντός του, από ένα περιορισμένο άμεσο παρόν. Όχι μόνο βρήκε έναν τρόπο να δημιουργεί πλάγιες απαντήσεις, που του έδιναν την δυνατότητα να κινητοποιεί άλλες όψεις της ζωής του εκτός από κείνες που αφύπνιζε η άμεση κατά­σταση. Όχι μόνο βρήκε έναν τρόπο ν' ανασυνδυάζει παρελθούσες εμπειρίες σε μια και μόνη συμβολική αναπαράσταση, αλλά, κάτι ίσως ακόμα πιο χαρακτηριστικά ανθρώπινο, απέκτησε την ικα­νότητα να προβάλλει καινούριες δυνατότητες για ζωή, καινούριες εμπειρίες, που δεν είχαν μέχρι τότε αντικειμενικήν ύπαρξη. 

 
      Η τέχνη στις καλύτερες στιγμές της φανερώνει νοήματα ως τότε κρυμμένα. Λέει περισσότερα απ' όσα βλέπει το μάτι ή ακούει τ' αυτί ή σκέφτεται το μυαλό. Με την βοήθεια του συμβόλου, ο άνθρωπος δεν ενώνει απλώς το παρελθόν με το παρόν, αλλά και το παρόν με ιδεατές δυνατότητες, που πρόκειται ν' αναδυθούν στο μέλλον. Με την βοήθεια του συμβόλου, ο άνθρωπος δεν αναθυμήθηκε απλώς το χαμένο παρελθόν: κατανόησε και το αναδυό­μενο ή δυνητικό μέλλον. Με αφετηρία το όνειρο, την λέξη, την χειρονομία, ο άνθρωπος επιχειρεί να εγκαθιδρύσει μια προσω­πική σχέση, μια σχέση πρόσωπο με πρόσωπο με όλες τις άλλες διαστάσεις της εμπειρίας του. Αυτό το "λέγειν" είναι για την πνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου τόσο σημαντικό όσο είναι το "ποιείν/πράττειν" για την φυσική του επιβίωση. Δίχως τα σύμβολα της τέχνης, σε όλες τους τις πολλές εκδηλώσεις -ζω­γραφική και μουσική, ενδυμασία και αρχιτεκτονική, ποίηση και γλυπτική- ο άνθρωπος θα ζούσε, από άποψη κουλτούρας, στον κόσμο του κουφού, του βωβού και του τυφλού. Μόνο σ' ένα πολύ πρόσφατο στάδιο της ιστορίας γίνεται το σύμβολο χρήσιμο ως επινόημα αφηρημένης σκέψης, στην υπηρεσία της επιστήμης και, εν τέλει, της τεχνικής. Οι μυθικές και ποιητικές λειτουργίες του συμβόλου, όπως σωστά επισήμανε πριν από πολλά χρόνια ο Βί­κο, προηγήθηκαν από τις ορθολογικές και πρακτικές του χρήσεις.
 
       Μη παρανοείτε αυτά που λέω. Δεν είναι, φυσικά, όλος ο συμβολισμός τέχνη. Απ' την στιγμή που ο άνθρωπος είχε δώσει μιαν ανεξάρτητη μορφή σε ήχους και εικόνες, χρησιμοποιώντας τα όχι απλώς για στενά προσωπική σuνεννόηση αλλά και για ειδικά πραγματολογική επικοινωνία, παραήταν έξuπνος για να μη σuλλάβει την τεράστια πρακτική τοuς σημασία για όλες τις σuναλλαγές της καθημερινής ζωής. Με την βοήθεια των σuμβό­λων, ο άνθρωπος κατόρθωσε να ξεφύγει από την άχαρη απτή πραγματικότητα, την σuνθλιπτική πολλαπλότητα του άμεσοu κόσμοu. Το ανθρώπινο μuαλό λειτοuργεί σuμβολικά, όπως το διατuπωσε ο φιλόσοφος Άλφρεντ Νορθ Γοuάιτχεντ: "Όταν μερι­κές σuνιστώσες της εμπειρίας τοu φέρνοuν στο φως σuνείδηση, πεποιθήσεις, σuναισθήματα και ήθη, ποu αναφέρονται σε άλλες σuνιστώσες της εμπειρίας τοu". Πρόκειται για θαuμάσιο ορισμό της σuμβολικής λειτοuργίας εν γένει· και θα τον διασαφήνιζα α­κόμα περισσότερο προσθέτοντας ότι οι σuνιστώσες, ποu επιτε­λούν τις λειτοuργίες αuτές, είναι κατ' ανάγκην λογικές αφαιρέ­ σεις ή αισθητικές σuμπuκνώσεις τής άμεσης εμπειρίας. Αλλιώς, κάθε σύμβολο θα έπρεπε να είναι πλατύ όσο η ζωή και, κατά σu­νέπεια, αδιαχώριστο από την αρχικήνεμπειρία. Μ' άλλα λόγια, η απλή uποκατάσταση χωρίς αφαίρεση, θα ήταν τόσο ανιαρή όσο και η σuνήθεια της ακριβούς ανάπλασης όταν διηγοuμαστε μιαν ιστορία   -και πιο μάταιη.
 
      Έπεται ότι η τέχνη, σ' όλες εκτός από τις πιο τετριμμένες και μιμητικές μορφές της, δεν είναι μήτε uποκατάστατο τής ζωής μήτε φuγή από τη ζωή: είναι μια εκδήλωση σημαντικών ενορμή­σεων και αξιών, ποu δεν μποροuν ν' αναδuθούν με κανέναν άλλον τρόπο. Ακόμα και στην παλαιότερη παλαιολιθική ζωγραφική των σπηλαίων, ο καλλιτέχνης μάς φανερώνει κάτι περισσότερο από το γεγονός ότι είχε παρατηρήσει προσεκτικά τον βίσωνα, ή ότι τον λάτρεuε σαν τοτεμικό ζώο: φανερωνει, επιπλέον, στην ποιότητα της γραμμής τοu -στην εκλεκτικότητα, την σιγοuριά, τον εκφραστικό ρuθμό της- κάτι πολό πιο οuσιώδες για την φύση τής εμπειρίας και της παιδείας τοu. Και αν ακόμα μια δωδεκάδα ανθρωπολόγοι είχαν παρακολοuθήσει προσεκτικά και καταγρά­ψει τη ζωή τοu, δεν θα μπορούσαν να μας ποuν τίποτε περισσό­τερο: πράγματι, κατά ορισμένοuς τρόποuς -το "μuστικό" τοu καλλιτέχνη- δεν θα μπορούσαν να μας ποuν ούτε τα μισά. Ή, ας uποθέσοuμε ότι κοιτάζοuμε τρία γuμνά τοu Κράναχ, του Poύμπενς και του Μανέ: την παρθενική σύζυγο του Μεσαίωνα, την λάγνα σύνευνο και πρόθυμη μητέρα της Αναγέννησης, την ψυ­χρή, σχεδόν αγορίστικη εταίρα του δέκατου ένατου αιώνα. Στις συμπυκνωμένες αυτές αισθητικές μορφές βρίσκουμε τρεις διαφο­ρετικούς τρόπους θέασης του κόσμου, τρία διαφορετικά είδη προ­σωπικότητας, τρεις διαφορετικές φιλοσοφίες: τρεις κουλτούρες, όχι μόνο τρεις γυναίκες. Η τέχνη χρησιμοποιεί ένα ελάχιστο απτού υλικού, για να εκφράσει ένα μέγιστο νοήματος. Και αν αυτό, που διαβάζουμε σ' ένα χαρτί με σχήματα Ρόρσαχ, φανε­ρώνει την κρυφή μας φύση, τι δεν βρίσκουμε και δεν αποκαλύπτουμε για τον εαυτό μας στα περίπλοκα και σκοπίμως αναθυ­μητικά σύμβολα της τέχνης;
 
     Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να πούμε επί πλέον, για να κάνου­με σαφέστερο τον διαχωρισμό τέχνης και τεχνικής, ότι η τέχνη είναι το μέρος εκείνο της τεχνικής, που φέρει την πιο μεστή σφραγίδα τής ανθρώπινης προσωπικότητας η τεχνική είναι εκείνη η εκδήλωση της τέχνης, από την οποία έχει αποκλειστεί ένα μεγάλο μέρος τής ανθρώπινης προσωπικότητας, προκειμένου να προωθηθεί η μηχανική διαδικασία. Ανεξάρτητα από το πόσο α­φηρημένη είναι η τέχνη -κι ακόμα και με την πιο ρεαλιστική σύμβαση κάθε έργο τέχνης είναι μια αφαίρεση- δεν μπορεί ποτέ να είναι ολότελα απρόσωπη ή ολότελα χωρίς νόημα. Όταν η τέ­χνη φαίνεται πως είναι κενή από νόημα, όπως αναμφίβολα φαί­νεται πως συμβαίνει σε ορισμένα έργα αφηρημένης ζωγραφικής του καιρού μας, αυτό που λέει ο ζωγραφικός πίνακας, στην πραγματικότητα αυτό που βροντοφωνάζει όσο μπορεί πιο δυνα­τά ο καλλιτέχνης, είναι πως η ζωή έχει αδειάσει από όλο της το λογικό περιεχόμενο ή από όλη της την λογική συνοχή.
 
   Κι αυτό, σε καιρούς όπως οι δικοί μας, είναι κάθε άλλο παρά κενή νοήματος δήλωση.

Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου 2015

Ο λιτός βίος του Βαρουφάκη, ή 5 βήματα για την απο-ανάπτυξη


Quino - Terapia 43.  Από προκήρυξη της ομάδας Αυτονομία ή Βαρβαρότητα για εκδηλωσή της για την αποανάπτυξη, Ιούνιος 2007. Βλ. παραπομπή 1








     Το πρόταγμα της αποανάπτυξης βασίζεται στην εξής απλή ιδέα: είναι αδύνατο να απομυζούμε απεριόριστα έναν πλανήτη με περιορισμένους πόρους. Για το λόγο αυτό είναι αναγκαίο να αλλάξουμε συνολικά την κοινωνία που ζούμε. Αυτό σημαίνει πως είμαστε υποχρεωμένοι να περιορίσουμε τους ρυθμούς με τους οποίους παράγουμε και καταναλώνουμε.


     Η προσπάθεια αυτή περιέχει δύο αλληλοεπηρεαζόμενες όψεις. Η πρώτη σχετίζεται με ένα πιο μακροπρόθεσμο σχέδιο ριζικού και συνολικού μετασχηματισμού της κοινωνίας: 
     η κοινωνία μας πρέπει να αλλάξει συνολικά προσανατολισμό, να αλλάξουν οι οικονομικό-κοινωνικές σχέσεις, να εξαλειφθεί η εκμετάλλευση και η οικονομική ανισότητα, να δοθεί η δυνατότητα στους πολίτες να αποφασίζουν οι ίδιοι για τις ζωές τους, να σταματήσουν να αποτιμώνται τα πάντα με γνώμονα την οικονομική αποδοτικότητα, να μπουν όρια στη βιομηχανική παραγωγή και στην καταστροφή που αυτή προκαλεί στο περιβάλλον κ.λπ.
  
Επιθυμούμε, δηλαδή την ανατροπή του καπιταλισμού και μια προσπάθεια για τη δημιουργία μίας αυτόνομης και δημοκρατικής κοινωνίας. 
Πιο συγκεκριμένα οφείλουμε να εγκαταλείψουμε την καταστροφική ιδέα που συνδέει την ευημερία της κοινωνίας με την ανάπτυξη, τη διαρκή αύξηση του Ακαθόριστου Εγχώριου Προϊόντος (δηλαδή την αδιάκοπη παραγωγή ολοένα και περισσότερων αγαθών). 
Ο εκμηδενισμός των ρυθμών ανάπτυξης καθώς και η συνολική απεμπλοκή μας από την ιδεολογία της ανάπτυξης που σηματοδοτεί ο όρος «απο-ανάπτυξη», αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την έξοδο από την οικολογική κρίση. 

Οι πολυδιαφημιζόμενες έννοιες της «πράσινης», της «βιώσιμης» κ.λπ. ανάπτυξης αδυνατούν να αντικρίσουν το οικολογικό πρόβλημα στο βάθος του, αφού αποφεύγουν να αναμετρηθούν με τις ρίζες του στην κυρίαρχη καπιταλιστική λογική. 
Το μόνο που μπορούν να καταφέρουν είναι η επιβράδυνση του οικολογικού κραχ. 
Αντιθέτως, το πρόταγμα της αποανάπτυξης αμφισβητεί τον ίδιο τον πυρήνα της καπιταλιστικής ιδεολογίας, τη σημασία της ίδιας της οικονομίας και της οικονομικής μεγέθυνσης για τη ζωή των ανθρώπων. 

 
Ένα λιτό σπίτι που χτίστηκε πέτρα πέτρα με σεβασμό στον υδροφόρο ορίζοντα

Η δεύτερη όψη της απο-ανάπτυξης αφορά τις αλλαγές που μπορεί να ξεκινήσει να κάνει –στο μέτρο του δυνατού- ο καθένας μας από σήμερα.
 Σε αυτό το πλαίσιο συγγραφείς όπως ο Σερζ Λατούς (στο βιβλίο του Το στοίχημα της απο-ανάπτυξης) προτείνουν 5 απλά βήματα:
     
    1) Μείωση: οφείλουμε να περιορίσουμε τις καταναλωτικές μας ανάγκες υιοθετώντας ένα μοντέλο «εθελούσιας ολιγάρκειας». Να καταναλώνουμε λιγότερο, αλλά να ζούμε καλύτερα. Να ανακαλύψουμε δηλαδή ξανά την ποιότητα και την αξία χρήσης των προϊόντων. Να περιορίσουμε τις ανάγκες μας σε ενέργεια δηλαδή να κρίνουμε κάθε φορά αν η ενεργοβόρα δραστηριότητά μας είναι απαραίτητη. Μπορούμε για παράδειγμα να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε το ασανσέρ, να χρησιμοποιούμε το ποδήλατο ως μέσο μεταφοράς, να περιορίσουμε τη χρήση του αεροπλάνου και του αυτοκινήτου για μικρές αποστάσεις, τις άσκοπες μετακινήσεις ή τις ενεργοβόρες μεταφορές καταναλωτικών αγαθών από την άλλη άκρη του πλανήτη κ.ά.

2) Επαναχρησιμοποίηση: οφείλουμε να περιορίσουμε τη χρήση υλικών μιας χρήσης. Τα υλικά συσκευασίας αποτελούν μια τεράστια πηγή παραγωγής σκουπιδιών και μια τεράστια πηγή σπατάλης. Μπορούμε να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε πλαστικά ποτήρια ή μπουκάλια μιας χρήσης, σακουλάκια και σακούλες μιας χρήσης, ξυραφάκια μιας χρήσης κ.λπ. Είναι επίσης αναγκαίο να εξαντλούμε τη διάρκεια ζωής των προϊόντων και να αποφεύγουμε να αγοράζουμε κάτι καινούργιο ενώ μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το παλιό.

3) Επισκευή: χάλασε το κινητό, ο υπολογιστής, το αμάξι; Πάρε άλλο· που θα πει δημιούργησε νέα απορρίμματα (λες και δεν έχουμε ήδη αρκετά), των οποίων η διαχείριση είναι πολύ δύσκολη και η αποσύνθεση προκαλεί μεγάλη μόλυνση στο περιβάλλον. Αλλά επίσης η αγορά καινούργιων προϊόντων αντί της επισκευής των παλιών σημαίνει κατασπατάληση υλικών, ενέργειας και εργασίας. Οπότε, μην πάρεις καινούργιο, απλά επισκεύασε το παλιό. Βέβαια, υπάρχει εδώ ένα πρόβλημα: ολόκληρη η σημερινή οικονομία, η οικονομία της καταστροφής και της σπατάλης, είναι προσανατολισμένη προς άλλη κατεύθυνση. Η επισκευή είναι ακριβότερη και δυσκολότερη από την αγορά νέου προϊόντος. Έτσι λειτουργεί η καταναλωτική κοινωνία και γι’ αυτό χρειάζεται να επεκταθεί κάθε προσπάθεια αληθινής αυτό-παραγωγής, δηλαδή κάθε προσπάθεια εξοικείωσης των καταναλωτών με την παραγωγή των προϊόντων ούτως ώστε να μπορούν οι ίδιοι, με ένα είδος αλληλοβοήθειας να επισκευάζουν ό,τι χρειάζεται να επισκευαστεί.

4) Ανακύκλωση: τα οφέλη της ανακύκλωσης είναι γνωστά. Παρ’ όλα αυτά σε πολλές περιοχές δεν υπάρχει δίκτυο ανακύκλωσης, συνεπώς η πίεση προς του δήμους να υιοθετήσουν τέτοια προγράμματα όπως επίσης και η προτίμηση ανακυκλώσιμων προϊόντων είναι απαραίτητη. Επιπλέον, η ανακύκλωση όλων των υλικών που μπορούν να ανακυκλωθούν (όχι δηλαδή μόνο του χαρτιού και του αλουμινίου) θα έδινε μια λύση και στο πρόβλημα της διαχείρισης των σκουπιδιών.

5) Επιβράδυνση: το ζήτημα της επιβράδυνσης έχει να κάνει με την υιοθέτηση ενός εντελώς διαφορετικού τρόπου ζωής. Οι ρυθμοί ζωής, υπεύθυνοι για το άγχος και το στρες που κάνουν τη ζωή στις μεγαλουπόλεις αφόρητη, οφείλουν να χαλαρώσουν. Και μπορούν να χαλαρώσουν στο πλαίσιο μιας κοινωνίας όπου δε θα μετρώνται τα πάντα με τους όρους του χρήματος και της οικονομικής αποδοτικότητας, αλλά κεντρική θέση θα διατηρεί το πρότυπο μιας ισορροπημένης ζωής με τον ελεύθερο χρόνο βασικό συστατικό της. Η ίδια η σημασία της εργασίας σε μια τέτοια κοινωνία θα μεταστρέφονταν και θα τοποθετούνταν στην πραγματική της θέση. Η μείωση των ωρών εργασίας είναι ένα απαραίτητο βήμα για τη μετάβαση από την κοινωνία της εργασίας, όπου ο άνθρωπος μετατρέπεται σε ένα ρομπότ που εργάζεται και καταναλώνει, στην κοινωνία του ελεύθερου χρόνου, όπου ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να αναπτύξει ολόπλευρα την προσωπικότητά του.

(απόσπασμα από προκήρυξη, που μοιράστηκε κατά την ανοιχτή  εκδήλωση της πολιτικής ομάδας Αυτονομία ή βαρβαρότητα στο Παιδαγωγικό, στις 12 Ιουνίου 2009)

Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

Στην πλατεία

"του Γιώργου Αναστασόπουλου* για το περιοδικό "Πολίτες"

από την πρώτη συνέλευση, 25 Μαΐου 


η πλατεία στρόβιλος που γυρίζει 
σε λέξεις ενάστραπες    να συγκολλούνται αλληλουχίες
ξέφρενες και μαγικές
ας μιλήσει πια ο περαστικός! 
(από το ποίημα του Κωστή Τριανταφύλλου, στην πλατεία)
Moυ ήταν πολύ δύσκολο να αποτυπώσω στα στενά όρια ενός άρθρου τον απολογισμό της πλατείας. Το πριν και το μετά, τα μικρά και τα μεγάλα, αυτά που με σημάδεψαν κι αυτά που που οι πλατείες γέννησαν στις συνειδήσεις, στο πραγματικά πολιτικό, στο κοινωνικοϊστορικό. Σίγουρα θα χρειαστεί ένα βιβλίο για να καταγραφούν όλα αυτά και είναι στους σκοπούς μου, με την ψυχρή υποκειμενικότητα πλέον ενός ανθρώπου που έζησε στο έπακρο αυτές τις στιγμές, από την πρώτη μέχρι την τελευταία. Που τις έζησε και τις κατέγραψε με την καρδιά και τα μάτια, δακρυσμένα πολλές φορές από τη συγκίνηση, το πάθος, αλλά και τα δακρυγόνα.

Αυτή η συνάντηση του τυχαίου και της ανάγκης, όπως έγραψε ο Εντγκάρ Μορέν, το σημαντικότερο πολιτικό γεγονός της μεταπολίτευσης για τον Χρόνη Μίσσιο, τον Περικλή Κοροβέση και τόσους άλλους και άλλες, έκανε την Αθήνα και πολλές περιοχές της χώρας να ζήσουν τον δικό τους Μάη, 43 χρόνια μετά τον γαλλικό. Και έβγαλε στις πλατείες χιλιάδες ανθρώπους, με δίψα να μοιραστούν τις αγωνίες και τα όνειρά τους, να βγουν από τον φόβο και την κατάθλιψη, να αναζητήσουν τους κοινούς τόπους, να γνωρίσουν,  να γλεντήσουν, να αντισταθούν, να δημιουργήσουν. 

        Να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους, όπως διακήρυξαν από την πρώτη στιγμή.

Αυτή αναμφίβολα είναι και η τομή' οι πολιτικές κοινότητες που συγκροτήθηκαν στην Αθήνα και αλλού, από την Σητεία και τους Μολάους, μέχρι το Αργοστόλι, την Κέρκυρα, τα Τρίκαλα και την Δράμα, είχαν ως πρόταγμα την άμεση δημοκρατία. Για πρώτη φορά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία αμφισβητείται από πολίτες και με τον πλέον δημοκρατικό τρόπο, ο πυρήνας του καθεστώτος: η ιεραρχία, η ανάθεση,  η αντιπροσώπευση, τα κόμματα και οι μηχανισμοί τους, οι επαγγελματίες της πολιτικής. Το υποστηρίζουν εξαρχής τα καλέσματα: ακομμάτιστα και ειρηνικά για μια πραγματική δημοκρατία. Το προχωρούν τα ψηφίσματα που θα ακολουθήσουν, άμεση δημοκρατία τώρα, δηλώνοντας ότι το ζήτημα -άρα και η απάντηση στην "κρίση", για όσους επιμένουν ότι το πρωτεύον είναι τα μνημόνια- είναι πρώτιστα πολιτικό, είναι ζήτημα συλλογικής αυτοκυβέρνησης, συλλογικής λήψης των κρίσιμων αποφάσεων.

Αναδεικνύεται το αυθόρμητο, όχι ως ενστικτώδης αντίδραση του θυμικού, αλλά ως αυτόνομη πολιτική πράξη, γεννημένη από τα ίδια τα άτομα και όχι από τους φορείς της καθεστηκυίας πολιτικής: τις εκλογές, τα κόμματα, τα συνδικάτα, τις ιδεολογικές οργανώσεις και τους -επαγγελματίες συνήθως του είδους- ανθρώπους τους. Αυτοί οι φορείς βέβαια ήταν τελικά εκεί, σε αρκετές περιπτώσεις βοηθώντας, σε άλλες και κυρίως κρίσιμες περιπτώσεις προσπαθώντας να ελέγξουν την κατάσταση, να την προσανατολίσουν σε επιλογές που είχαν εκτιμηθεί και αποφασιστεί σε χώρους άσχετους με αυτούς των λαϊκών συνελεύσεων. Οι φορείς αυτοί, με τις παραστάσεις, τις αντιλήψεις και τις μεθόδους τους, είναι οι εκφραστές του παλιού, ανεξαρτήτως αν επαγγέλλονται την ανατροπή. Ωστόσο όλες και όλοι μας, είμαστε φορείς λιγότερο ή περισσότερο ενός παλιού φορτίου κι αυτό πρέπει να συνεκτιμάται σε κάθε σχετική κρίση και πράξη μας.

29 Μαΐου, ξημέρωμα στο σύνταγμα


Αναδεικνύεται επίσης η δυναμική της αυτοοργάνωσης. Μια μικρή πολιτεία στήνεται σε ελάχιστο χρόνο στο κέντρο της μητρόπολης' κατασκήνωση, υποδομές ικανές να υποδεχθούν ένα τεράστιο σε όγκο πλήθος και μια μεγάλη γκάμα δραστηριοτήτων (με πρώτη την περίθαλψη πολλών αστέγων και γενικά ανθρώπων χτυπημένων απ' τη ζωή), ομάδες εργασίας, συνελεύσεις, ακολουθώντας όπως θα δούμε τη μεθοδολογία και συμβολισμούς του ισπανικού κινήματος 15Μ. Χιλιάδες συμπολίτες δηλώνουν διαθεσιμότητες, καταθέτουν προτάσεις, βοηθούν με κάθε τρόπο, συμπράττουν. Λιγότεροι όμως θα απαρτίσουν τις ομάδες, ή θα δουν τις προτάσεις τους να λαμβάνονται υπόψη, με ευθύνη κυρίως των ίδιων των ομάδων και της συνέλευσης. Ίσως η μεγαλύτερη αποτυχία της κοινότητας της πλατείας ήταν ότι δεν κατάφερε να αξιοποιήσει για το ευρύτερο σύνολο τις γνώμες, τη συλλογική γνώση και τις δεξιότητες των ανθρώπων της. 



Επανοηματοδοτούνται η αγορά, τα κοινά, ο δημόσιος χώρος. Ο χώρος όπως λέει η Χάννα Άρεντ, όπου συναθροίζονται οι άνθρωποι, όπου συγκεντρώνονται αλλά και διαχωρίζονται ταυτόχρονα, ένας τόπος ελευθερίας της έκφρασης και της πράξης, ένα πεδίο δημιουργίας εκ του μηδενός (ex nihillo), όπου οι άνθρωποι πραγματώνουν τις εγγενείς τους ιδιότητες που οδηγούν στην πολλότητα. Αλλά και χώρος για νέες φιλίες και παρέες, για έρωτες, για εκστατικές στιγμές' τραγούδια, χορός, ποίηση, γλέντια, φούντα και παρτούζες στις σκηνές, απέναντι από τα ιερά μνημεία του έθνους. Όπως λέει κι ο φίλος Πέτρος Πέτρου, ένας χώρος ερωτικής συνάντησης της μοναδικότητας του καθενός με τη συλλογικότητα, χώρος ανάδειξης ανθρωπιάς και της ανάγκης  δημιουργίας ομορφιάς για να τη μοιραστείς' όπως αυτό εκφράστηκε με μια έκρηξη πρωτοβουλιών και σχέσεων, που το περιεχόμενό τους ήταν η ισοτιμία, η εμπιστοσύνη, η αλληλεγγύη, η ανιδιοτέλεια, ο σεβασμός του διαφορετικού, η ανάληψη ευθυνών, ο πειραματισμός στο καινούργιο. 

αλλά με το βάθος της ψυχής του
 παλίμψηστο να προβλέπει το μέλλον
για όλους εκείνους που μπορούν στην τρικυμία να σωθούν
 μέσα σε παλιρροϊκό κυματισμό                   το λέει η καρδιά τους
γιατί ο αέρας φουσκώνει την ανάσα τους 
και περιμένουν να αποβιβαστούν στον παλιρροϊκό βυθό
αδημονούν ν’ ανακαλύψουν                        κι αναρωτιούνται 
ξεγυμνωμένοι στον καύσωνα

Το Σύνταγμα εμπνέεται και συνδέεται από την πρώτη στιγμή με το κίνημα 15Μ. Ένας αρχικός πυρήνας νέων ελληνικής και ισπανικής καταγωγής, ακολουθώντας το κάλεσμα του Democracia Real Ya (Πραγματική Δημοκρατία Τώρα) συναντάται στις 19 Μαΐου έξω από την ισπανική πρεσβεία. Οι συναντήσεις θα συνεχιστούν καθημερινά και θα μεταφερθούν λίγο πιο κάτω στο Θησείο, ως κατασκήνωση πλέον και συνέλευση με τις πρώτες ομάδες εργασίας: ομάδα επικοινωνίας και τράπεζα χρόνου. Και το βράδυ της 25ης Μαΐου, με την υποτυπώδη μικροφωνική που μόλις έχουν εξασφαλίσει θα στήσουν την πρώτη συνέλευση και τις πρώτες σκηνές και υποδομές στην πλατεία συντάγματος.
        Έχει ήδη κυκλοφορήσει στα κοινωνικά δίκτυα το κάλεσμα των αγανακτισμένων, το οποίο αντιγράφοντας το ανθρωπένιο μανιφέστο του 15Μ και προτάσσοντας το ειρηνικά και ακομμάτιστα, θα φέρει γύρω στους 40000 ανθρώπους έξω από τη βουλή. Πολλοί από αυτούς θα απαντήσουν Ξυπνήσαμε στα ισπανικά πανό, πολλές και οι ισπανικές σημαίες. Στο πλήθος αυτό υπάρχουν και όλοι αυτοί που ζητούν την επιστροφή στις ημέρες της αφθονίας, που θέλουν να εκφράσουν την αγανάκτηση τους προς αυτούς που κάποτε εμπιστεύτηκαν, αλλά τώρα τους πρόδωσαν. Ένα κοινό διαμαρτυρίας που γίνεται τηλεοπτικό θέαμα και μόδα' μούτζες, λέηζερ, γαλανόλευκες από Ασιάτες μικροπωλητές, καντίνες. Πάνω και κάτω πλατεία, αγανακτισμένοι και μη, κατακλύζουν κάθε απόγευμα και βράδυ την περιοχή. Σχεδόν όλοι όμως το πρωί επιστρέφουν στην όποια κανονικότητα, το ρήγμα δεν είναι τόσο μεγάλο όσο φαντάζει, μολονότι το πλήθος συνεχώς αυξάνεται, για να φτάσει ίσως και να ξεπεράσει το μισό εκατομμύριο εκείνη την εντυπωσιακή Κυριακή του Ιούνη.

έξω από την ισπανική πρεσβεία
         Όλα αυτά συμβαίνουν λίγες ημέρες μετά το πογκρόμ που έχει εξαπολύσει η Χρυσή Αυγή με αφορμή τη δολοφονία του Μανώλη Καντάρη. Μέρες τρόμου στους δρόμους και τις τηλεοράσεις, άλλος ένας νεκρός, ο Αλίμ Αμπντούλ Μάναν, εκατοντάδες τραυματίες, κηρύγματα φόβου και μίσους στα μήντια (βλ. Το χρυσαυγίτικο πογκρόμ τον Μάη του 2011 μετά την δολοφονία του Μανώλη Καντάρη, http://jailgoldendawn.wordpress.com/2014/05/08/το-χρυσαυγίτικο-πογκρόμ-τον-μάη-του-2011-μ/). Αναμφίβολα οι πλατείες θα αλλάξουν αυτήν την κατάσταση και την ενέργεια στους δρόμους της πόλης κι οι τραμπούκοι θα σταματήσουν για κάποιοι καιρό τη δράση τους Ένας αστικός μύθος θα τους παρουσιάσει να συμμετέχουν στην πάνω πλατεία και να καρπώνονται εκλογικά την παρουσία τους εκεί. Μύθος. Η εκτόξευση της επιρροής της χρυσής αυγής αρχίζει  από τη στιγμή που το γειτονικό, ακροδεξιό Λαος εγκαταλείπει το -απολίτικο- αντιμνημονιακό μπλοκ και στηρίζει την πραξικοπηματική κυβέρνηση Παπαδήμου (βλ. Γιάννης Μαυρής, "Η ακτινογραφία της Χρυσης Αυγης", http://www.mavris.gr/3625/aktinografia-xa/). 

         Στην πλατεία, στο μέτρο του εφικτού, μίλησαν όλες και όλοι. Η κλήρωση, η ισηγορία και ο σεβασμός στους συνομιλητές, βιώθηκαν για πρώτη φορά σε τέτοιου είδους διαδικασίες, αν και ορισμένοι, κάποιες φορές και με δόλια μέσα μίλησαν περισσότερο από τους υπόλοιπους ή και πέρασαν τη γραμμή τους. Αυτά που ειπώθηκαν λοιδορήθηκαν από άλλους ως ομαδική ψυχοθεραπεία. Γι' αυτούς προφανώς πρέπει να μιλάμε μόνο για την τσέπη, για την ταξική πάλη και τα τοτέμ της επαναστατικής διανόησης. 

βρέθηκες μπροστά μου με ιστορίες από την ψυχή σου
ρωγμές στα βράχια που κατηφόρισαν τη ζωή σου

Το Σύνταγμα λοιπόν εμπνέεται, αλλά και εμπνέει με τη σειρά του πάρα πολλές συλλογικές κινητοποιήσεις, από το Occupy Wall Street και τις πλατείες του Βουκουρεστίου και της Σόφιας, μέχρι το πάρκο Γκεζί και την πρόσφατη εξέγερση στην Βοσνία. Κι από τις πλατείες θα ξεπηδήσουν οι χιλιάδες οριζόντιες δομές αλληλεγγύης και συνεργατικότητας. Μια μικρογραφία μιας μελλοντικής κοινωνίας, που δεν την επαγγέλλονται θεωρητικά κάποιοι ειδικοί, αλλά την δημιουργούν καθημερινά απλοί πολίτες, μιας πολιτικής κοινωνίας που θέλει να ξεπεράσει το κράτος.

αυτό που πήρα ήταν το αύριο
μαζί στα απέραντα ανθρώπινα αινίγματα μέσα 
σε λεωφόρους κοσμογονίας 
σταυροδρόμια



Η πλατεία δεν άδειασε ακόμα και το πολεμικό διήμερο στις 28-29 Ιουνίου, ακόμα κι όταν τα κομματικά γραφεία έστειλαν το μήνυμα της επιστροφής για τις 3 του Σεπτέμβρη, ακόμα κι όταν ο δήμαρχος Καμίνης με τους δημοτικούς υπαλλήλους που "έκαναν τη δουλειά τους" ξήλωσαν τις σκηνές και τις βασικές υποδομές, ακόμα κι όταν το ΠΑΜΕ και τα Κνατ σε συνεργασία με τις δυνάμεις καταστολής τσάκισαν την απεργιακή κινητοποίηση του Οκτωβρίου. Οι συνελεύσεις και αρκετές δραστηριότητες κράτησαν σε καθημερινή βάση μέχρι το τέλος του φθινοπώρου, εβδομαδιαία μέχρι τον Φεβρουάριο του '12. 

Λίγο αργότερα προκηρύχθηκαν οι εκλογές και η διεκδίκηση της πραγματικής δημοκρατίας, αποσύρθηκε από την κεντρική πολιτική σκηνή. Επικράτησαν σε πολλούς τα εκλογικά διλήμματα και οι αυταπάτες, η λογική της κάλπικης ανατροπής ή του σωσίβιου στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Με τη λογική αυτή βέβαια και το οικονομικό ζήτημα δεν λύθηκε και το πολιτικό καθεστώς μοιάζει άθικτο, ενώ σαπίζει. Το καθεστώς ωστόσο θα δεχθεί ένα ακόμα πλήγμα. Η εκλογική αποχή αυξάνεται θεαματικά, για να ξεπεράσει το 40%, ποσοστά πρωτοφανή ιστορικά, μια κραυγαλέα έκφραση της απόρριψης των φορέων της καθεστηκυίας πολιτικής, πράξη συνειδητή, όσο και αυτή της συμμετοχής στις εκλογές. Οι πολίτες από την άλλη στήνουν τις δικές τους κάλπες, αυτή τη φορά όχι για εκλέξουν αντιπροσώπους, αλλά για να δηλώσουν την βούληση τους για κάποιο ζήτημα. Στη Θεσσαλονίκη μάλιστα θα ξεπεράσουν τις 210000 στο δημοψήφισμα για το νερό, που προκάλεσε ένα παιδί των εκεί πλατειών, η Κίνηση 136.

Είναι πλέον ξεκάθαρο, ότι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων εγκαταλείπει τον κόσμο της παραδοσιακής πολιτικής κι αυτή είναι για μένα η βασική σπορά της πλατείας. Είναι επίσης σαφές ότι μεγάλος αριθμός αυτών που έχουν διαπαιδαγωγηθεί στα κόμματα και τις παραδοσιακές μορφές οργάνωσης, δεν θέλουν να εγκαταλείψουν αυτόν τον κόσμο. Και ο διπλός ρόλος που προσπαθούν να παίξουν καταλήγει, ακόμα και αν δεν το θέλουν, σε εμπόδιο για τη γέννηση του νέου. Ακόμα μεγαλύτερο εμπόδιο όμως είναι η συνέπεια λόγων και πράξεων, κεντρική πολιτική σημασία, όπως αναφέρει ο φίλος Νίκος Ηλιόπουλος. Αν θέλουμε πραγματικά να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας και να την αλλάξουμε, αυτή τη συνέπεια πρέπει να δείξουμε και να υπερασπιστούμε τόσο συλλογικά, όσο και ως ατομική στάση ζωής. Συνέπεια, συντονισμός και σαφήνεια στις πολιτικές μας επιλογές, με άλλα λόγια υπέρβαση της παραδοσιακής πολιτικής. 

      Αλλιώς θα πέφτουμε πάντα στις υποδιαιρέσεις και θα μας φταίνε οι άλλοι.

εδώ στην πλατεία μαζί να κατακτήσουμε 
να καταλάβουμε και να μιλήσουμε όλοι μαζί 
εδώ τα τρίστρατα οδηγούν
στο αίνιγμα που ζούμε
που κόμπο κόμπο λύνουμε





* ο Γιώργος Αναστασόπουλος ασχολείται με τη μουσική και την επικοινωνία και είναι διδάκτορας κοινωνικών επιστημών

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Γιατί απορρίπτουμε την καθεστηκυία πολιτική; Εκλογική αποχή κ' αγώνας για τη δημοκρατία.

Γιατί απορρίπτουμε την καθεστηκυία πολιτική;

 του Νίκου Ηλιόπουλου



I


1. Τι είναι η καθεστηκυία πολιτική; Είναι οι εκλογές, τα πολιτικά κόμματα, τα συνδικάτα, και οι άνθρωποι, επαγγελματίες συνήθως στα κόμματα και τα συνδικάτα, οι οποίοι συμμετέχουν και συμβάλλουν στη λειτουργία τους. Είναι το πολιτικό καθεστώς που κυριαρχεί σήμερα όχι τόσο λόγω της απουσίας ανοιχτής αμφισβήτησης όσο λόγω έλλειψης μιας αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης.


2. Αυτό το πολιτικό καθεστώς αυτοανακηρύσσεται δημοκρατικό. Ποιο είναι στα χαρτιά το υπέρτατο επιχείρημά του; Το ότι ο λαός είναι η πηγή της εξουσίας. Ποια είναι όμως στην πράξη η πηγή της νομιμοποίησής του; Οι εκλογές. Δηλαδή, με ακριβείς και αδιαμφισβήτητους όρους, η ψήφος των πολιτών (εκλογέων/θεατών) κάθε 4 χρόνια για να εκλέξουν αυτούς που θα αποφασίζουν αντί για αυτούς επί 4 χρόνια. Οι εκλογείς δεν αποφασίζουν για τις βασικές κατευθύνσεις της κοινωνίας και τους νόμους που την αφορούν, υποδεικνύουν απλώς τα πρόσωπα που θα αποφασίζουν για λογαριασμό τους.


3. Αν, όμως, δεχτούμε ότι η δημοκρατία, όπως η ίδια η λέξη το ορίζει, είναι η εξουσία του δήμου, το καθεστώς δεν είναι δημοκρατικό. Αν πιο συγκεκριμένα θεωρήσουμε ότι το περιεχόμενο της εξουσίας του λαού είναι το δικαίωμα όλων στις αποφάσεις για τις βασικές κατευθύνσεις της κοινωνίας και για τους θεμελιώδεις νόμους της, και η άσκηση επίσης της δικαστικής εξουσίας, επιβεβαιώνεται η μη δημοκρατικότητα του καθεστώτος. Το όνομά του δεν έχει τόση σημασία. Το ουσιώδες είναι ότι το αντιπροσωπευτικό καθεστώς δεν είναι δημοκρατικό, και η αυτοανακήρυξή του ως δημοκρατία είναι ψευδής και υποκριτική.


4. Θα μας αντιτείνουν ότι η καθεστηκυία πολιτική δεν είναι μόνο οι εκλογές. Οι συμμετέχοντες στο κυρίαρχο πολιτικό καθεστώς θα μας πούν ότι η καθεστηκυία πολιτική είναι επίσης το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση των απόψεων, το δικαίωμα στις διαδηλώσεις και τις απεργίες, το δικαίωμα σε μια επιλεγμένη ελεύθερα από τον καθένα ιδιωτική ζωή, το δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία, κ.ά.  

Απέναντι σε μια τέτοια επιχειρηματολογία, που εκλαμβάνει τη δημοκρατία ως εκλογές συν τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη, προσθέτοντας τώρα και τον διάκοσμο των δημοσκοπήσεων, μπορούμε να αντιτείνουμε τα εξής επιχειρήματα. Καταρχάς, τα δημοκρατικά δικαιώματα δεν κατακτήθηκαν μέσα στα όρια της καθεστηκυίας πολιτικής αλλά με την απόρριψη και τη διάρρηξη αυτών των ορίων. Η καθεστηκυία εξουσία παρουσιάζει πάντα την αναγνώριση ενός δικαιώματος ως δική της προσφορά, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν προηγηθεί μακρόχρονοι αγώνες για την αναγνώρισή του. 

Κατόπιν, το θέμα της δυνατότητας της αποτελεσματικής άσκησης αυτών των δικαιωμάτων τίθεται συνεχώς. Έχω μεν το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης της γνώμης μου, αλλά πού και πώς θα μπορούσα να εκθέσω ισότιμα τη γνώμη μου ως απλός πολίτης; Τι αποτέλεσμα θα έχει αυτή η έκφραση; Εξάλλου, αυτά τα δικαιώματα δεν είναι μια για πάντα εγγυημένα και θα μπορούσε να τα καταργήσει μια κυβερνητική εξουσία νομιμοποιημένη από τις κάλπες. 

Ας υπογραμμίσουμε ότι καμμιά διαδικασία συλλογικής σύσκεψης των πολιτών, έστω κι αν είναι εκλογείς, δεν προβλέπεται στο ισχύον πολιτικό καθεστώς. Να, λοιπόν, ένα τελείως δημοκρατικό δικαίωμα το οποίο δεν έχει ακόμα αναγνωριστεί. Είναι αλήθεια ότι τα μέλη ενός κόμματος ή ενός συνδικάτου συνεδριάζουν. Είναι επίσης αλήθεια ότι, κατά τις κινητοποιήσεις, οι ενδιαφερόμενοι διοργανώνουν γενικές συνελεύσεις. Οι πολίτες όμως ποτέ δεν είχαν αυτό το δικαίωμα, ενώ θα μπορούσαν να συσκέπτονται, π. χ. μέσα σε ένα εκλογικό κέντρο.

Ωστόσο, το αποφασιστικό επιχείρημα είναι άλλο. Αυτοί που αποφασίζουν για τις βασικές κατευθύνσεις μιας σύγχρονης κοινωνίας δεν είναι οι πολίτες, ακόμα κι αν έχουν όλα τα δικαιώματα του κόσμου, αλλά οι επαγγελματίες της πολιτικής. Ο πολίτης, στην πραγματικότητα ο ψηφοφόρος – εφόσον από τα πράγματα ο πολίτης περιορίζεται όλο και περισσότερο σε ψηφοφόρο –, συμμετέχοντας στις εκλογές και εκλέγοντάς τους, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να νομιμοποιεί την εξουσία τους. Ο αποφασιστικός χαρακτήρας αυτού του επιχειρήματος αναδεικνύεται πλήρως αν κάνουμε την ακόλουθη υπόθεση: σε κρίσιμες για το ισχύον καθεστώς εκλογές, σημαντικός αριθμός πολιτών δεν προσέρχεται στις κάλπες. Θα δούμε τότε ότι προσβάλλεται η νομιμοποίηση του καθεστώτος, και μια άβυσσος ανοίγει ανάμεσα στην εξουσία, που δεν έχει άλλη πηγή νομιμοποίησης παρά τον υπάκουο λαό ψηφοφόρων, και τους πολίτες που απαιτούν να αποφασίζουν αυτοί. Ασκώντας ελεύθερα όλα τα δικαιώματά του, ο πολίτης δεν έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει ουσιαστικά στις αποφάσεις για τις βασικές κατευθύνσεις της κοινωνίας. Μπορεί μόνο να εκτρέψει την πολιτική μιας κυβέρνησης. Ο ρόλος του περιορίζεται σε μια αμυντική, διορθωτική, λειτουργία διαμαρτυρίας. Δεν συμμετέχει σε καμιά συλλογική διαβούλευση δημιουργίας νέων ιδεών και αυθεντικών προτάσεων.


5. Τι είναι η καθεστηκυία πολιτική; Είναι οι εκλογές που νομιμοποιούν μια προσχηματισμένη ελίτ να αποφασίζει για εκατομμύρια πολιτών που θεωρούνται υπήκοοι. (Ελίτ: οι εκλεκτοί, ο όρος αποτελεί ευφημισμό.) Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το κυρίαρχο πολιτικό φαντασιακό περιορίζεται στη φαντασιακή σημασία του δικαιώματος ψήφου.




ΙΙ


6. Με βάση αυτή την απλή διαπίστωση, είναι φανερό ότι κανένας ριζικός, δημοκρατικός, μετασχηματισμός δεν μπορεί να γίνει στη σημερινή κοινωνία χωρίς την οριστική εγκατάλειψη, από έναν αυξανόμενο αριθμό πολιτών, της καθεστηκυίας πολιτικής. Χωρίς την κατηγορηματική απόρριψη αυτής της πολιτικής, δεν υπάρχει κανένα μέσο για να δημιουργηθεί ένα συλλογικό σχέδιο, πολιτικό με την ουσιαστική έννοια του όρου: αμφισβήτηση της συνολικής θέσμισης της κοινωνίας και όλων των θεσμών της.


7. Σίγουρα, το να μη ψηφίζουμε στις εκλογές δεν αρκεί. Είναι όμως μια συμβολική πράξη μεγάλης σημασίας, πρώτο σημαντικό βήμα για να οραματιστούμε μια ουσιαστική πολιτική. Διότι οι εκλογές δεν είναι τελικά μόνο μια διαδικασία νομιμοποίησης της κυβερνητικής εξουσίας. Στο βάθος, ή μάλλον υπεράνω, βρίσκεται ένα πολιτικό φαντασιακό το οποίο υποκριτικά, εν ονόματι της πολιτικής ισότητας όλων, διαχωρίζει δια βίου τα μέλη της κοινωνίας σε αυτούς που είναι προορισμένοι να κυβερνούν και σε αυτούς που προορίζονται και διατίθενται να κυβερνηθούν.


Καμιά εναλλακτική πολιτική δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη ρητή αμφισβήτηση αυτής της πρωταρχικής διαίρεσης στην οποία θεμελιώνεται η καθεστηκυία πολιτική, χωρίς την αμφισβήτηση των υπέρτατων αξιών του ισχύοντος πολιτικού καθεστώτος και ολόκληρης της κοινωνίας. Ο πιο αλλοτριωμένος τρόπος να κάνει κάποιος σήμερα πολιτική, είναι να συμμετέχει στην καθεστηκυία πολιτική. Η πιο αλλοτριωτική μορφή αναφοράς στην πολιτική είναι η συμμετοχή στις εκλογές.


Ο σκληρός πυρήνας του κυρίαρχου πολιτικού φαντασιακού είναι το δικαίωμα ψήφου. Να γιατί, μια πολιτική στάση ριζικής αντίθεσης στο ισχύον καθεστώς, είναι χωρίς κανένα δισταγμό η αποχή, η συνειδητή άρνηση αυτού του δικαιώματος. Δεν είναι άρνηση που δείχνει αδιαφορία. Δεν είναι άρνηση που προέρχεται από την υποτίμηση ή την περιφρόνηση των κατακτημένων δικαιωμάτων. Οφείλουμε να διαφυλάξουμε σαν κόρη οφθαλμού τα κατακτημένα δημοκρατικά δικαιώματα. Και το δικαίωμα ψήφου, αλλά για να παίρνουμε αποφάσεις και όχι για να ψηφίζουμε πρόσωπα. Είναι απόρριψη του ισχύοντος πολιτικού φαντασιακού, άρνηση νομιμοποίησης αυτών που αποφασίζουν για μας, για όλους.


Υποθέσαμε ότι, αν όλοι κάνουν αποχή, μια άβυσσος θα ανοίξει ανάμεσα στην αναγκαιότητα της νομιμοποίησης μιας εξουσίας από τις εκλογές και στην απουσία αυτής της νομιμοποίησης. Μπροστά στο ενδεχόμενο αυτής της αβύσσου, ο σημερινός πολίτης φοβάται και διστάζει. Αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Θαρραλέα αντιμετώπιση της αβύσσου, πρόταση μιας άλλης πηγής νομιμοποίησης, απαίτηση από τους επαγγελματίες πολιτικούς, με εντελώς δημοκρατικό και όχι βίαιο τρόπο, να σταματήσει η κυνική πορεία προς μια άλλη άβυσσο, αυτή της γενικής καταστροφής. Αρνούμαστε τους επαγγελματίες πολιτικούς σημαίνει ότι αρνούμαστε την καθεστηκυία πολιτική που εκφράζουν. 


Ταυτόχρονα, το ίδιο θάρρος θα ωθήσει τους πολίτες να σκεφτούν άλλες μορφές συμμετοχής και νομιμοποίησης των αποφάσεων. Όπως η σύσταση παντού επιτροπών για την υπεύθυνη διαφύλαξη μιας μεταβατικής φάσης. Μπροστά στην ανικανότητα, τη διαφθορά και την ανευθυνότητα, των επαγγελματιών πολιτικών, κανένα από όλα τα κατακτημένα δικαιώματα δεν αρκεί. Ας τους διαμηνύσουμε ευθαρσώς : «Δεν είστε πια νομιμοποιημένοι. Παραιτηθείτε, νέοι άνθρωποι μπορούν να κυβερνήσουν. Όλοι είναι ικανοί για αυτό.» Διότι, δεν λείπουν ούτε ποσοτικά, ούτε ποιοτικά, ικανοί και δίκαιοι πολίτες σε μια κοινωνία δώδεκα εκατομμυρίων. Δώδεκα εκατομμύρια δεν μπορούν να αυτοκυβερνηθούν, μας λένε οι ιδεολόγοι του πολιτικού καθεστώτος, διότι είναι πολλοί !





ΙΙΙ


8. Τι θα μπορούσε να είναι σήμερα μια εναλλακτική πολιτική;

         Μια άλλη ερώτηση, γενικότερη, προηγείται αυτής της ουσιαστικής ερώτησης, με βάση τη σημερινή κατάσταση της κοινωνίας : τι θέλουμε να κάνουμε με μια άλλη πολιτική; Θέλουμε να αλλάξουμε δημοκρατικά – πάντα δημοκρατικά – τα πάντα. Και προπαντός θέλουμε να εκθρονίσουμε τις κυρίαρχες αξίες αυτής της κοινωνίας και να δημιουργήσουμε άλλες αξίες. Η καθεστηκυία πολιτική δεν θέτει υπό αμφισβήτηση τις κυρίαρχες αξίες. Για αυτή, είναι δεδομένες. 

Ένα άτομο, όταν γεννιέται σε αυτή την κοινωνία, είναι πάντα προορισμένο – από ποιον άραγε; – να ανατρέφεται από μια οικογένεια, να διαμορφώνεται κατόπιν μέσα σε μια κρατική εκπαίδευση – ποιος άραγε έχει αποφασίσει το περιεχόμενό της; Προορίζεται, στη συνέχεια, για μια επαγγελματική επιμόρφωση με στόχο να ασκήσει την πιο θετικά αξιολογημένη σήμερα δραστηριότητα ανάμεσα σε όλες τις άλλες δραστηριότητες της ανθρώπινης ζωής, δηλαδή να κάνει μια εργασία. Και αν όλο και περισσότερο τα σημερινά άτομα επιδιώκουν να έχουν περισσότερο «ελεύθερο χρόνο» για διακοπές, σε αντίθεση με το δουλικό χρόνο της δουλειάς, μέχρι τη στιγμή της σύνταξης και του θανάτου, τι άλλο σημαίνει αυτό αν όχι ότι θεωρούν την εργασία που κάνουν για να κερδίζουν το ψωμί τους μια αναπόφευκτη αγγαρεία, από την οποία θέλουν να ξεφύγουν όσο γίνεται πιο γρήγορα; 


9. Θέλουμε να αλλάξουμε αυτό το δρομολόγιο. (Η συνοπτική περιγραφή του αποτελεί έναν τρόπο για να απεικονιστούν οι κυρίαρχες σήμερα αξίες.) Δεν θέλουμε όμως να προτείνουμε μία και μοναδική εναλλακτική διαδρομή για τον καθένα και για όλους. Θέλουμε να πολλαπλασιάσουμε τις διαδρομές και να δημιουργήσουμε όσο γίνεται περισσότερες δυνατότητες για τον καθένα, ανάλογα με τις ικανότητες, τις προσδοκίες και τα ταλέντα του, ώστε να πλάθει ο ίδιος την προσωπικότητά του. Θέλουμε να δώσουμε στην εκπαίδευση (από τη γέννηση μέχρι το θάνατο), στην «εργασία», στις διαπροσωπικές σχέσεις και στον πολιτισμό (τέσσερεις τομείς που αφορούν τις συνθήκες για μια ατομική ζωή ελεύθερη και αυτόνομη) τη θέση που τους αξίζει σε μια κοινωνία ελεύθερη και αυτόνομη. Πώς να εγγυηθούμε αυτή την ελευθερία και αυτή την ποικιλία των ατομικών διαδρομών, αν δεν λάβουμε υπόψη τον προορισμό του καθενός για τον εαυτό του και την προοπτική όλων για όλους; 


10. Αυτά τα ερωτήματα μιας δημοκρατικής πολιτικής της αυτονομίας, συνδέονται στενά με το κατεξοχήν πολιτικό ζήτημα της εποχής μας: επινόηση ενός νέου νοήματος ζωής για τον καθέναν και για όλους. Δημιουργία πολλών νοημάτων-στόχων κοινωνικής ζωής αντί του ενός και μοναδικού για τον καθένα και για όλους που ισχύει στη σύγχρονη κοινωνία: ανάπτυξη.


11. Η καθεστηκυία πολιτική δεν έχει καμιά σχέση με τα παραπάνω θεμελιώδη ζητήματα της εποχής μας. Το μοναδικό ενδιαφέρον της είναι η διατήρηση της κοινωνίας στην τωρινή της κατάσταση, με αλλαγές που δεν αγγίζουν την ουσία της. Είναι ένας από τους λόγους, και εν τέλει ο βασικός λόγος, για να απορρίψουμε μια για πάντα αυτή την πολιτική.


12. Μπορούμε να βρούμε όσες διαιρέσεις θέλουμε για τα μέλη των σημερινών κοινωνιών. Αριστεροί ή δεξιοί, με βάση προφανώς την καθεστηκυία πολιτική. Φτωχοί ή πλούσιοι, με βάση την πραγματική κοινωνική κατάσταση ακραίας αδικίας. Συντηρητικοί ή προοδευτικοί, με βάση την εντελώς λανθασμένη αντίληψη ότι η ιστορία έχει νόημα και κατεύθυνση, και ότι προχωρά αναπόφευκτα προς την πρόοδο, την εξέλιξη, την ισότητα. 

Η αυθεντική πολιτική διαίρεση είναι: συμφωνούμε ή όχι με την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων; Συμφωνούμε ή όχι με την καθεστηκυία πολιτική; Είμαστε υπέρ ή κατά της δημοκρατίας; Αν είμαστε υπέρ της δημοκρατίας, δεν είναι δυνατό να ανεχόμαστε το ρόλο που μας επιφυλάσσει το πολιτικό καθεστώς, ρόλο βωβού και αλλοτριωμένου ψηφοφόρου. 


13. Τι θα μπορούσε να είναι σήμερα μια εναλλακτική πολιτική; Η σκέψη και η συμβολή του καθενός για την επινόηση νέων αξιών, και η ατομική και συλλογική πράξη με στόχο την ανάδειξη αυτών των αξιών, σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Και παράλληλα, η δημιουργία ενός νέου δημοκρατικού πολιτεύματος που θα υιοθετήσει ως ιδρυτική και θεμελιώδη αρχή το δικαίωμα όλων να αποφασίζουν για τις κύριες κατευθύνσεις της κοινωνίας και για τους θεμελιώδεις νόμους της.




IV


14. Με βάση την ανάλυση που προηγήθηκε, ένα από τα σημαντικά ζητήματα της εποχής μας, η πολιτική απάθεια, φωτίζεται διαφορετικά. Αντί να επικρίνουμε θρηνολογώντας την αδιαφορία των ανθρώπων για τα κοινά, οφείλουμε να διακρίνουμε σε αυτό που νομίζουμε πως είναι αδιαφορία μια κριτική στάση ως προς την καθεστηκυία πολιτική. Στάση η οποία προφανώς δεν αρκεί για να αλλάξει η πορεία των πραγμάτων, είναι όμως ένα πρώτο βήμα απεγκλωβισμού. Έτσι, θεωρώντας τους όλους ως πολίτες, θα μπορούσαμε να απευθύνουμε τις παρακάτω αντι-προσκλήσεις και προσκλήσεις.


15. Δεν καλούμε για ένταξη σε ένα πολιτικό κόμμα, αφού είναι μηχανισμός απαραίτητος για τη λειτουργία του σημερινού πολιτικού καθεστώτος. Δεν καλούμε σε διαδηλώσεις στους δρόμους, υπέρ των άκρως γραφειοκρατικών κρατικών υπηρεσιών, προηγείται ο ριζικός, δημοκρατικός, μετασχηματισμός τους. Ούτε υπέρ της αγοραστικής δύναμης, δηλαδή υπέρ της κατανάλωσης. Ούτε για την απασχόληση, διότι προηγούνται τα ερωτήματα: να δουλέψουμε για τι; για ποιον; για να παράγουμε τι; 

Να δράσουμε πολιτικά, είναι άλλο πράγμα από να συνεχίζουμε αυτές τις παραδοσιακές δραστηριότητες που ενδυναμώνουν την κοινωνία στην οποία είμαστε αντίθετοι. 


16. Καλούμαστε να σκεφτούμε ότι το νόημα της ζωής μας δεν είναι μια για πάντα δοσμένο και μάλιστα από κάποιον άλλο. Η ζωή μας έχει σήμερα «νόημα» και προκαθορισμένο δρομολόγιο· λέγονται με μια λέξη τρέξιμο, και στην «εκλεπτυσμένη» γλώσσα των ειδικών, ανάπτυξη ή εκσυγχρονισμός. Το «νόημα» της σημερινής μας ζωής, οδηγεί στη μιζέρια με όλα τα νοήματα : μιζέρια συναισθηματική, διανοητική, σχέσεων, πολιτισμική, οικονομική. Η μιζέρια δεν είναι μόνο, ούτε κυρίως, οικονομική. Το «νόημα» της σημερινής μας ζωής, οδηγεί στην επανάληψη, τη μονοτονία, την καταθλιπτική ρουτίνα.


17. Σίγουρα, η επινόηση ενός νέου νοήματος ζωής για τον καθένα και για όλους είναι ένα δύσκολο έργο. Προϋποθέτει έναν βαθύ πολιτισμικό μετασχηματισμό, μια νέα ιστορική δημιουργία. Αλλά, όσο δύσκολο κι αν είναι, αποτελεί τον μοναδικό δρόμο προς την ελευθερία. Πανεύκολα, μπορούμε να πάμε από εκλογές σε εκλογές, από διαδήλωση σε διαδήλωση, από τη μια αλλοτρίωση στην άλλη. Τίποτα δεν θα αλλάξει στα καθημερινά πράγματα της ζωής μας. Ακόμη κι αν έχουμε μια άλλη Βουλή, άλλους πρωθυπουργούς, η μιζέρια θα συνεχίζεται. Όσο οι πολίτες δεν παίρνουν τα πράγματα στα χέρια τους, όσο η ζωή τους δεν θα εξαρτάται, στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού, από τις δικές τους ατομικές και συλλογικές αποφάσεις, ουσιαστικά τίποτα δεν θα αλλάζει.


18. Οι ελίτ της κάλπης μας επιφυλάσσουν τη μιζέρια του σήμερα και μας προετοιμάζουν για τη μιζέρια του αύριο. Η λύση δεν είναι να αλλάξουμε ελίτ. Η λύση είναι να καταστρέψουμε την ιδέα της ελίτ, ιδέα που προϋποθέτει σαφέστατα ότι εμείς, οι άλλοι, είμαστε ένα τίποτα στον τομέα της πολιτικής. Ψηφίζοντας ή συμμετέχοντας με τον οιονδήποτε τρόπο στην καθεστηκυία πολιτική, αποδεχόμαστε ρητά ή έμμεσα, συνειδητά ή όχι, αυτή την κάλπικη πολιτική. Αποδεχόμαστε την ταπεινωτική και απάνθρωπη προϋπόθεσή της. 


Δεν υπάρχει παρά μία και μόνο λύση για να καταργήσουμε αυτή την προϋπόθεση: να απορρίψουμε οριστικά, κατηγορηματικά και αμετάκλητα, την καθεστηκυία πολιτική. Και να εργαστούμε για τη δημιουργία μιας αυθεντικής πολιτικής, με στόχους ένα δημοκρατικό πολίτευμα, μια νέα πολυποίκιλη διαδρομή για τον καθένα μας και για όλους, ένα νέο νόημα ελεύθερης ζωής σε μια αυτόνομη κοινωνία.
     
νίκος ηλιόπουλος    


            Παρίσι, Απρίλιος 2014 

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Aχ Αθήνα, η Αθήνα μου (μέσα από 20 εικόνες)



Ο βραβευμένος σκηνοθέτης, σεναριογράφος, ηθοποιός (Τσίου, Κλέφτες, 7 Μπισκότα κ.α.) και Aθηναίος πολίτης Μάκης Παπαδημητράτος, παρουσιάζει στιγμές της πρόσφατης ιστορίας της πόλης. Στιγμές που μικρές ή μεγάλες ομάδες ανθρώπων έδρασαν συλλογικά και οριζόντια για να αλλάξουν τη ζωή τους.

Από το 6ο Pecha Kucha Athens, στο Romanzo


Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Τα άκρα και τα μέσα της καθεστηκυίας πολιτικής


Πολλών λεπτών σιγή, για να σκεφτόμαστε
Προσφέρω λίγες επίκαιρες γραμμές



Δεν υπάρχουν άκρα ούτε μέσα, υπάρχουν λόγοι και πράξεις, σε βάθος χρόνου και σε όλα τα ζητήματα. Με βάση μια κατά το δυνατό καλή και σφαιρική ενημέρωση.
Επιμένω στις προϋποθέσεις της σκέψης μας, κυρίως όταν πρόκειται για πολιτική σκέψη. Τι σημαίνει προϋποθέσεις της σκέψης ; Όλοι, όταν σκεφτόμαστε, προϋποθέτουμε κάποια πράγματα, που θεωρούμε δεδομένα. Και πάνω σε αυτά οικοδομούμε τη σκέψη μας και την έκφρασή της με λόγια ή γραπτά. Παράδειγμα απλό, απλούστατο, και επικαιρικό για την τωρινή συζήτησή μας. Για να πω ότι κάποιος είναι δεξιός, προϋποθέτω πως ξέρω τι είναι δεξιά, προϋποθέτω ακόμα πιο πριν ότι υπάρχει η διαίρεση δεξιάς-αριστεράς, προϋποθέτω ότι αυτά τα ξέρει και τα δέχεται ο συνομιλητής μου. Συμπληρώνω εδώ ότι, τι μπορεί να σκέφτεται ο καθένας για το τι είναι δεξιά, ή αριστερά, αποτελεί συζήτηση χωρίς τέλος. Γίνεται έτσι φανερό ότι αυτές οι προϋποθέσεις είναι πολλές φορές αίολες, γελοίες, αστήρικτες, αυθαίρετες. Υποκειμενικές και μεροληπτικές. Το οικοδόμημα της ρητορείας είναι σαθρό, καταρρέει όταν αποκαλυφθούν τα ανύπαρκτα θεμέλια. 
Η γεωγραφική λογική άκρων και μέσου καταργεί την κοινή λογική, τον κοινό νου. Θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε και λογική θέσης, χώρου. Κάποιος είναι στο άκρο, και κάποιος στη μέση, στο κέντρο. Ερώτημα : ποιος κρίνει ότι μια θέση, πολιτική θέση τώρα, είναι ακραία ; Και με ποια κριτήρια ; Αδιέξοδο. Είμαστε πάντα στο χώρο, που κλείνει σε κουτάκια τους συλλογισμούς. Είμαστε μέσα στην καθεστηκυία πολιτική.  

Μια άποψη, η κάθε άποψη, είναι ορθή ή όχι με βάση διακηρυγμένα κριτήρια. Και μια πράξη υπακούει ή όχι σε αρχές. Τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί εκ των προτέρων δεδομένο, αποδεκτό και ανομολόγητο, όταν θα συζητήσουμε για την ορθότητα μιας άποψης. Και η πράξη θα δοκιμάζεται, θα κρίνεται, με βάση τις αρχές που επικαλείται. 
Παράδειγμα απλό, απλούστατο, επίτηδες διαλεγμένο, για να φανεί η πολυπλοκότητα των πραγμάτων. Ισότητα των γυναικών. Αρχίζουμε τη συζήτηση και ο καθείς καταθέτει τα επιχειρήματά του. Εν προκειμένω, συζήτηση αιώνων. Ομολογώ σαφέστατα, όπως ο καθένας είναι υποχρεωμένος, την προϋπόθεση της επιχειρηματολογίας μου : οι γυναίκες είναι ανθρώπινες υπάρξεις. Τυχαίνει να είναι όχι μόνο ολοκάθαρη αλλά και ολοφάνερη. Ο καθείς και τα όπλα του. Ο συνομιλητής που είναι αντίθετος στην πολιτική θέση της ισότητας των γυναικών, έχει επιχειρήματα. Μπορεί, π. χ., να μου αναφέρει ότι ναι μεν, αλλά η βιολογία δείχνει ότι οι γυναίκες είναι ασθενέστερα πλάσματα. Και τα παιδιά ασθενέστερα είναι, θα μπορούσα να του απαντήσω, και μερικοί άνδρες ακόμα. Ο ίδιος συνομιλητής, μετά το «επιστημονικό» επιχείρημα, που το έχουν χρησιμοποιήσει και οι πιο φωτισμένοι πολιτικοί στοχαστές, μπορεί να μου προβάλει ένα «κοινωνικό» επιχείρημα : οι γυναίκες δεν μπορούν να κάνουν μερικά πράγματα που κάνουν οι άνδρες. Το έχει δείξει και η ιστορία, θα προσθέσει. «Ιστορικό» επιχείρημα. Οι γυναίκες δεν πήγαν στον πόλεμο. Ωραία ! Θα του απαντήσω. Και οι άνδρες δεν κάνουν παιδιά. Αιώνιο επιχείρημα. Δεν καταθέτω τα όπλα. Η άποψη μου είναι ορθή, διότι στην πολιτική σκέψη στηριζόμαστε σε αρχές υπό τον όρο ότι τις δηλώνουμε ολοκάθαρα, και βέβαια τις εφαρμόζουμε στην πράξη μας. (Θα έρθω σε λίγο σε αυτό.) Η ορθότητα της άποψής μου έγκειται στο γεγονός ότι η ισότητα των ανθρώπων είναι πολιτική κατάκτηση. Εν προκειμένω, απόρροια αγώνων. Η πραγματικότητα δεν είναι προϋπόθεση σκέψης, είναι το πιο ισχυρό επιχείρημα. Η πολιτική κατάκτηση δεν είναι προϋπόθεση σκέψης, την αποδεχόμαστε ή όχι. Εντούτοις, καθόλου δεν αρκούν όλα αυτά. 
Αφήνω το τεράστιο ζήτημα που δικαιολογημένα θα μπορούσε να θέσει κάποιος, και το θέτω κι εγώ, το ζήτημα του κατά πόσο η ισότητα των γυναικών είναι στο χαρτί και κατά πόσο έχει γίνει και πραγματικότητα. Διότι, εκτός πολλών άλλων λόγων, το ζήτημα αυτό για να τεθεί προϋποθέτει την αποδοχή της ισότητας, έστω στα λόγια. Ερχόμαστε στην πολιτική πράξη. Έγραψα ότι μια πράξη υπακούει ή όχι σε αρχές. Σε όποιον πολίτη, σε όποιον πολιτικό, διακηρύσσει την ισότητα των γυναικών, θέτουμε το πρακτικό και απλό, απλούστατο, ερώτημα : η πράξη σου, κάθε μέρα, κάθε στιγμή, σέβεται αυτή την αρχή ; Ο καθείς και τα έργα του. Ούτε άκρα, ούτε μέσα. Μακρύ το παράδειγμα, αλλά χρήσιμο για τις ανάγκες αυτού του κειμένου.     

Δεν υπάρχουν άκρα ούτε μέσα. Υπάρχουν λόγοι ορθοί ή όχι, και πράξεις συνεπείς ή όχι. Αυτή η ορθότητα και αυτή η συνέπεια εξετάζονται σε βάθος χρόνου. Αφορούν όλα τα ζητήματα. Και αναλύονται με βάση μια κατά το δυνατό καλή και σφαιρική ενημέρωση. Επειδή δεν θα μιλήσω για το θέμα της ενημέρωσης, αρκούμαι να γράψω μόνο το εξής. Η ενημέρωση δεν μπορεί να είναι ποτέ πλήρης. Το αποδέχομαι. Τότε όμως, ζητώ από όλους να πάψουν να δίνουν αυτή την απολυτότητα στο λόγο τους. Το ζητώ κυρίως από όλους αυτούς που έχουν στην Ελλάδα το μονοπώλιο του δημόσιου λόγου. Φρούδα ελπίδα, να εισακουστεί το αίτημά μου αυτό ; Ίσως.    
Λόγοι (σκέψεις) ορθοί ή όχι, σε βάθος χρόνου και σε όλα τα ζητήματα. Πράξεις (έργα) συνεπείς ή όχι, σε βάθος χρόνου σε όλα τα ζητήματα. Όταν θέσουμε τα παραπάνω κριτήρια καταλύεται η λογική των άκρων και των μέσων. Αναδεικνύεται η λογική της ορθότητας και της συνέπειας. Και τότε, η συζήτηση παίρνει τελείως άλλη τροπή. Τότε συζητάμε. Τότε σκεφτόμαστε. Πολιτικά.
Και ερωτώ. Είναι ορθή η γενικευμένη λεκτική αγένεια στο δημόσιο διάλογο ;  Δείχνουν ορθότητα δημοκρατικού διαλόγου οι χαρακτηρισμοί στη θέση των επιχειρημάτων ; Ποια ορθότητα έχουν οι βαρύγδουπες εκφράσεις που αγνοούν τη στοιχειώδη ιστορική πραγματικότητα, επιλέγουν ό,τι βολεύει τις θέσεις των εκφωνητών τους, και αθωώνουν επιπλέον την πραγματικότητα  αυτή ;
Βάθος χρόνου σημαίνει να μη ξεχνάμε την ιστορία. Η ιστορία είναι πολυποίκιλη, και κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι ξέρει τα γεγονότα όπως ακριβώς έγιναν. (Όπως ακριβώς έγιναν : ουτοπικό πρόταγμα μεγάλων μάλιστα ιστορικών.) Η ιστορία διδάσκει πολλά και τίποτα, μας διδάσκει πως δεν μπορεί να μας διδάξει τίποτα. Διότι την δημιουργούν συνεχώς οι άνθρωποι. Τι δείχνει, εντούτοις, η νωπή ιστορία, για το θέμα που συζητάμε ; Ένα απάνθισμα λόγων, θα μπορούσε κάλλιστα να δείξει ότι σχεδόν όλες οι πολιτικές θέσεις έχουν χαρακτηριστεί κατά καιρούς ακραίες από αυτούς που διαφωνούσαν. Μερικές το επικαλούνται μάλιστα, θέλουν να είναι ακραίες. Για τις πράξεις, δεν χρειάζεται να γίνει πολύ λόγος. Οι πιο σημαντικές πολιτικές πράξεις της περιόδου της «οικονομικής κρίσης» έχουν χαρακτηριστεί ακραίες ακόμα και από την αριστερά.            
Περιορίζομαι σε τούτο το κρίσιμο ζήτημα. Δύο, μεγάλοι, τρομεροί, ολοκληρωτισμοί, δύο και όχι ένας, είναι νωποί διότι χαρακτήρισαν τον εικοστό αιώνα. Γιατί ξεχνιέται τόσο εύκολα αυτό στις δημόσιες συζητήσεις στην Ελλάδα ; Και ποια σύγκριση μπορεί να γίνει ανάμεσα στα τρομερά εγκλήματα αυτών των καθεστώτων και την αποτροπιαστική δολοφονία που προέρχεται ή εμπνέεται από μια πολιτική οργάνωση του εύρους που ξέρουμε ; Γιατί αυτή η υπερβολή ; Γιατί αυτές οι ακρότητες στα χείλη των περισσοτέρων ; Γιατί τόσο μισητά λόγια να καταγγέλλουν ... το μίσος ; Εφιστώ την προσοχή, γιατί πολύ εύκολα αναποδογυρίζονται τα πράγματα στο δημόσιο διάλογο : τα δύο ολοκληρωτικά καθεστώτα δεν είναι δύο άκρα. Είναι πραγματικές καταστάσεις κοινωνιών, πολιτικά καθεστώτα πρωτοφανή στην ανθρώπινη ιστορία, που εμπνεύστηκαν από συγκεκριμένες και γνωστές ιδεολογίες, επιβλήθηκαν από μαζικά κινήματα, και διατηρήθηκαν χρησιμοποιώντας τα πιο βάρβαρα μέσα καταστολής. Δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι είναι θύματα των καθεστώτων αυτών. Επιλογή δεν έχει ούτε μέσο ανάμεσά τους.         

Ας πάμε στις πράξεις. Έχω ακούσει με τα ίδια μου τα αυτιά τον Χρύσανθο Λαζαρίδη, σε τηλεοπτική συνέντευξη. Στην αρχή, ο δημοσιογράφος του έθεσε μια ιστορική ερώτηση. Για το κρυφό σχολειό. Απάντησε με ένα φτωχό – ταυτολογικό λέγεται στην επεξεργασμένη γλώσσα – επιχείρημα : δεν έχουμε στοιχεία για αυτά τα σχολεία, διότι ... ήταν  κρυφά ! Το ξεπερνώ. Σημασία έχει η βιαιότητα του λόγου του, όταν με βάση αυτό και μόνο το επιχείρημα, παίρνοντας ύφος έντονο, αυστηρό, αυταρχικό, περιφρονητικό, χαρακτήρισε τους υποστηρικτές της αντίθετης άποψης. «Οι ανόητοι», είπε. Γιατί αυτή η υπεροψία, η βίαιη ακρότητα, και μάλιστα σε τέτοιο ευαίσθητο, αλλά και ιστορικό θέμα, όπου η μετριοπάθεια επιβάλλεται ; 
Θα απαντηθούν όλες αυτές οι απορίες – πάντα εν μέρει βέβαια δεδομένου της μικρής έκτασης αυτού του κειμένου –, όταν θέσουμε την δεύτερη απαίτηση της πολιτικής συζήτησης και πρακτικής : Λόγοι (σκέψεις) ορθοί ή όχι, σε όλα τα ζητήματα. Πράξεις (έργα) συνεπείς ή όχι, σε όλα τα ζητήματα.
Η γεωγραφική «θεωρία των άκρων» θέλει να περιορίσει τη συζήτηση σε μερικά μόνο ζητήματα, για να χαράξει αυτή τις διαχωριστικές γραμμές εκεί που θέλει. Διότι, αν ανοίξουμε όλα τα ζητήματα της κοινωνίας, αυτά που επιμένω να αναφέρω, θρησκεία, οικογένεια, εκπαίδευση, εργασία, φιλία, έρωτας, επίσημη κρατική-εθνικ(ιστικ)ή ιδεολογία στην Ελλάδα, ε ! τότε, θα φανεί ολοφάνερα ότι όλες, μα όλες, οι διαιρέσεις της καθεστηκυίας πολιτικής καταλύονται. Θα δούμε τους επαναστάτες να έχουν σε πολλά ζητήματα τις ίδιες απόψεις και πρακτικές με αυτούς που κατηγορούν ως αιμοσταγείς φασίστες. Θα δούμε τους μεσαίους να κατηγορούν ο ένας τον άλλον για ακρότητες. Δεν χρησιμοποίησα κατά τύχη το παράδειγμα της ισότητας των γυναικών. Ως προς τα καίρια και πραγματικά ζητήματα της σημερινής ελληνικής κοινωνίας, τα άκρα και τα μέσα εντάσσονται και δρούν μέσα στην καθεστηκυία πολιτική. Την υποστηρίζουν, την τρέφουν, την αναπαράγουν.  
Το παραπάνω τηλεοπτικό, δημόσιο, συμβάν βοηθά για να γράψουμε μερικές σκέψεις. Ο παλιός μου σύντροφος στο Κεντρικό Συμβούλιο του Ρήγα Φεραίου, Χρύσανθος, του οποίου τους αγώνες κατά τη διάρκεια της δικτατορίας τιμώ, στην ίδια συνέντευξη, για να εξηγήσει τη σημερινή του πολιτική τοποθέτηση είπε ότι, στην κατάληψη του Πολυτεχνείου, υπηρέτησε την πατρίδα του από κάποιες θέσεις, και τώρα την υπηρετεί από κάποιες άλλες. Αγνοώ, παραμερίζω, τη γλωσσική διατύπωση που ηχεί παράξενα και θυμίζει άλλες εποχές – αν και οι διατυπώσεις έχουν τεράστια σημασία και σε αυτή την περίπτωση απηχούν σχεδόν όλη την ουσία. Λόγος όχι μόνο εθνικιστικός αλλά και εγωιστικά υπεροπτικός. Λόγος «άκρων». Ερωτώ : όλοι οι άλλοι δεν υπηρετούν την πατρίδα ; Αυτοί που έχουν διαφορετικές πολιτικές απόψεις από τον σύμβουλο του πρωθυπουργού, τι υπηρετούν ; Ρωτώ. 
Να και μια άλλη χαρακτηριστική πρακτική. Δεν επινοώ, ούτε εφευρίσκω τίποτα. Δεν μπορώ να έχω πλήρη ενημέρωση, αλλά χάρις επίσης στις υποδείξεις και τα ψαξίματα φίλων (ανδρών και γυναικών) μαθαίνω αρκετά. Να, λοιπόν, που όταν μπούμε σε όλα τα ζητήματα και κυρίως σε αυτά της ιδιωτικής σφαίρας, οι εκπλήξεις είναι τρομερές. Την είδηση αναφέρει η γαλλική εβδομαδιαία επιθεώρηση διεθνούς τύπου, Courrier international, τεύχος 1162, 7 Φεβρουαρίου 2013, με τον τίτλο : « Néonazi et marié à une Turque ? ». (Εύκολα, βρίσκει κανείς αυτή την είδηση στο Διαδίκτυο.) Πρόκειται, για να μιλήσω πάρα πολύ συνοπτικά, για «μικτό» γάμο Έλληνα και γυναίκας τουρκικής καταγωγής. Η Χρυσή Αυγή διέγραψε από τα κιτάπια της αυτόν τον Έλληνα που ήταν μέλος της. Ζήτημα πολιτικό, ένα και μόνο ένα, δεν υπάρχει δεύτερο : ποιος είναι υπέρ και ποιος είναι κατά του «μικτού» γάμου. (Δεν μπορώ να μην αναφέρω εδώ την κρίση της Χάννας Άρεντ : η θέση απέναντι σε αυτό το θέμα αποτελεί το κύριο κριτήριο ρατσισμού ! Μεγάλη Χάννα Άρεντ ! Ελεύθερη !) 
Ας πάρουμε ένα μαγνητοφωνάκι, κι ας γυρίσουμε όλη την Ελλάδα για να ζητήσουμε την γνώμη των ανθρώπων στο θέμα αυτό. Να ακούσουμε τα λόγια, αλλά να διαπιστώσουμε και τις πράξεις. Να ακούσουμε και τα παιδιά και τους γονιούς. Από τη σκοπιά της ανάλυσής μου εδώ, δεν με ενδιαφέρουν τόσο τα ποσοστά. Σπεύδω να πω όμως, προς αποφυγήν κάθε παρανόησης, ότι ο «μικτός» γάμος υπάρχει στη σημερινή Ελλάδα, δεν είναι περιθωριακός, και είναι αποδεκτός από τους γονείς. Το παραμύθι του ρατσισμού που δήθεν κατακρατεί τα πάντα στην ελληνική κοινωνία πρέπει να πάψει. Με ενδιαφέρει να αναδειχτεί το εξής στοιχείο. Σε αυτό το συγκεκριμένο θέμα, που είναι κρίσιμο και βαθιά πολιτικό, όλες οι θεωρίες για τα άκρα και τα μέσα καταρρέουν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ακρότητα της Χρυσής Αυγής δεν έγκειται κυρίως στη θέση της, που αναντίρρητα είναι αποκρουστική, έγκειται στο ότι θέλει να επιβάλλει τη θέση αυτή στη ζωή των μελών της. Αυτό λέγεται στάση ολοκληρωτική. Να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Αλλά τότε, φευ τότε, θα τα λέμε για όλους ! Και για όλα ! Είναι ολοκληρωτική στάση, και όχι δημοκρατική στάση ζωής, να θέλει οποιοσδήποτε να επιβάλλει στον άλλο τι θα κάνει σε ζητήματα προσωπικής ζωής, όπως η ερωτική σχέση. Τελεία και παύλα.
Τα άκρα εδώ εξαφανίζονται. Μα όταν δεν υπάρχουν άκρα, δεν υπάρχουν ούτε μέσα. Είναι το κενό της καθεστηκυίας πολιτικής. Απόλυτο, στην Ελλάδα του σήμερα. Η απαξίωσή της μεγαλώνει. Και τότε η πολιτική, που είναι συζήτηση και πράξη, αποκτά τα δικαιώματά της.

Είναι πάντα καιρός για μια πολιτική της αυτονομίας, της (άμεσης) δημοκρατίας και των πολλών νοημάτων ζωής.  
                  
                                  νίκος ηλιόπουλος 
  Παρίσι 21 Σεπτεμβρίου 2013